Το περιεχόμενο αυτού του ιστολογίου προέρχεται από το πρόγραμμα των πολιτιστικών δραστηριοτήτων
που υλοποιήθηκε με τη συμμετοχή και συνεργασία των μαθητών της Α' και Β΄ τάξης του 2ου Γυμνασίου Νίκαιας κατά το σχολικό έτος 2002-2003.
Οι ενότητες που υπάρχουν δεξιά αντιστοιχούν στα κεφάλαια του βιβλίου που εκπονήθηκε με τη συνεργασία των μαθητών.

6. Επίλογος - Παράλληλα κείμενα

Επίλογος

 Ο Καραγκιόζης είναι μορφή πανάρχαια που η σκούφια του κρατά από πολύ μακριά, Ίσως από τα Ελευσίνια μυστήρια, τις κωμωδίες του Αριστοφάνη, το Βυζαντινό μιμικό θέατρο, είναι η ενσάρκωση της καταπιεσμένης μερίδας του ελληνικού λαού. Δε φοβήθηκε ποτέ, δεν άλλαξε στρατόπεδο και δεν υποτάχτηκε. Έμεινε πιστός στα ήθη και τα έθιμά του και πολέμησε κάθε μορφή ξενόφερτης επίθεσης, κρατώντας ψηλά τη σημαία της παράδοσης. Αυτός ίσως να είναι και ο λόγος που σήμερα αργοπεθαίνει. Γιατί δεν μπορεί ν’ αλλάξει στρατόπεδο και να προσαρμοστεί σε μια εποχή φθοράς. Προτίμησε ν’ αποτραβηχτεί στην καλύβα του, να ονειρεύεται το καρβέλι του, μακριά από έναν κόσμο που έχει πάψει να ονειρεύεται.
Χρέος μας, επομένως, είναι η μελέτη και διάδοση της γνώσης για την αξία του «Καραγκιόζη», ώστε στις μέρες μας που κάθε πολιτιστική κληρονομιά είναι σπάνιο είδος, να εξακολουθήσει να παίζει το σημαντικό ρόλο της. Γιατί οι σκιές του «Καραγκιόζη» δεν είναι απλά κάποιες σκιές. Είναι οι σκιές …της Ιστορίας μας.



 Παράλληλα κείμενα

Δεν είναι τυχαίο ότι αξιόλογοι πνευματικοί άνθρωποι ασχολήθηκαν σοβαρά με το θέατρο σκιών. Ο Άγγελος Σικελιανός, ο Φώτος Πολίτης, ο Β. Ρώτας, ο Μήτσος Λυγίζος, ο Γιώργος Θέμελης, ο Γιάννης Βλαχογιάννης. Ο λογοτέχνης Γιάννης Σκαρίμπας ήταν πολύ καλός ερασιτέχνης καραγκιοζοπαίχτης. Έφτιαχνε ωραίες φιγούρες και σοφιζόταν σπαρταριστά έργα που έπαιζε αφιλοκερδώς τα καλοκαιριάτικα βράδια στα παιδιά της γειτονιάς του στη Χαλκίδα. Καμιά φορά ερχόταν και στην Αθήνα με το θίασο των «Διονυσιακών  χαρτονόμουτρων», όπως έλεγε. Επίσης μεγάλοι ζωγράφοι όπως οι: Χατζηκυριάκος, Γκίκας, Γιάννης Τσαρούχης, Γιώργος Σικελιώτης, Μίνως Αργυράκης και πολλοί άλλοι στάθηκαν με σεβασμό και βαθιά αγάπη μπροστά στην παραδοσιακή ζωγραφική του θεάτρου σκιών. Ακολουθούν αποσπάσματα από γνώμες και απόψεις διαφόρων λογοτεχνών και καλλιτεχνών σχετικά με τον Καραγκιόζη:

1. Εκτός από το καθαρά κωμικό θέατρο των σκιών, υπάρχει και μια ολόκληρη ηρωική σχολή, που περιέχει κωμικά στοιχεία, εμπνέεται όμως κυρίως από τη λαϊκή παράδοση της κλεφτουριάς και του εικοσιένα καθώς και το δημοτικό μας τραγούδι. Γύρω απ’ τον Καραγκιόζη υπάρχει ένας πολυπρόσωπος χαριτωμένος θίασος με καθαρά ελληνική προέλευση (Μπαρμπα-Γιώργος, Νιόνιος, Σταύρακας, Μορφονιός). Είναι ένα θέατρο αυτοσχεδιασμού με θέματα δοσμένα από πριν, που ολοένα ανανεώνονται σε αμέτρητες παραλλαγές, δηλαδή μια πραγματική, δική μας Κομέντια ντελλ’ Άρτε (commedia dellArte).
 (Γιώργος Θεοτοκάς)

2. Το θέατρο σκιών είναι ένα φαινόμενο που δεν έχει προηγούμενο στον ευρωπαϊκό τουλάχιστον χώρο. Ο Καραγκιόζης, χωρίς υπερβολή, έπαιξε εδώ, για ένα ορισμένο διάστημα, το ρόλο που θα ’πρεπε να παίξουν άλλα πιο αναπτυγμένα εκπολιτιστικά κινήματα, μέσα στα πλατιά λαϊκά στρώματα. Με τα καλά και τα κακά του συμπλήρωσε ένα εκπολιτιστικό κενό, που έτσι ή αλλιώς, θα ’μενε άδειο στην πνευματικά ερειπωμένη Ελλάδα των μεταεπαναστατικών χρόνων. Επίσης ήταν το μοναδικό θέατρο που εκφραζόταν στη λαϊκή δημοτική γλώσσα. Μέσα στη μαυρίλα του γλωσσικού σκοταδισμού οι ταπεινές λάμπες και τα κεριά, ξέφυγαν πολύ μπροστά απ’ τον ταπεινό τους προορισμό κι έγιναν μεταβατικές σκυτάλες που μετέφεραν ζωντανό το δημοτικίστικο φως.
 (Αλέξης Πάρνης)

   3. Στα 17 μου ξαναπήγα στον Καραγκιόζη, που για μένα δεν ήταν μόνο μια παιδική διασκέδαση, αλλά ένα πράγμα σεβάσμιο σαν την εκκλησία. Πήγα στον Καραγκιόζη, όπως πάνε στο μαντείο. Τότε γνώρισα το σπουδαίο καλλιτέχνη Σωτήρη Σπαθάρη. Φτωχό, πάντα πεινασμένο και καταδιωκόμενο. Ο μπερντές του Σπαθάρη με τον όρκο του Κατσαντώνη στην «ποδιά» του μου δίδαξε πάρα πολλά.
(…) Σύχναζα σε μέρη που δεν ήταν «της τάξης μου». Για μένα δίπλα στην ευρωπαΐζουσα «άρχουσα τάξη» υπήρχε μια άλλη αριστοκρατία, πιο ευγενική, ο Λαός ο αγράμματος και φτωχός, αλλά καλλιεργημένος ψυχικά που ήξερε να τραγουδά καλά τα τραγούδια των πατέρων του, που η καταγωγή τους χάνεται. Που μπορούσε να χορεύει τους χορούς που καταλύουν τις εποχές, που μπορούσε να πλάθει κάθε τόσο τη γλώσσα του για να μένει ζωντανή, το πολυτιμότερο όλων. Που ξέρει να σέβεται τους ήρωες της Ελευθερίας, σύμβολα της κάθε είδους ομορφιάς του ανθρώπου.
Γι’ αυτό αγαπούσα τον Καραγκιόζη. Τα αναρχικά του και τα χοντρά αστεία μου έδωσαν συχνά τη δύναμη να αντιμετωπίσω τους εχθρούς κάθε καλλιτέχνη: τη διανόηση, τη «φιλολογία» και τον καθωσπρεπισμό.
 (Γιάννης Τσαρούχης)

   4. Ο Καραγκιόζης μέσα απ’ το πανί συνομιλούσε με τους ασπούδαχτους, αποχτούσε τις διαστάσεις λαϊκού συμβόλου και ανταποκρινόταν σε αιτήματα ψυχικά και κοινωνικά που η τέχνη των σπουδαγμένων αδυνατούσε και να υποπτεθεί.
(Μήτσος Λυζίγος)

   5. Όλες οι γνώσεις και οι επιστήμες, συχνά, δεν πετυχαίνουν αυτό που καταφέρνει απλά και ανεπιτήδευτα ένας αγράμματος άνθρωπος: Να μπορεί να μεταδώσει στους συνανθρώπους του τη συγκίνηση, τη χαρά, το γέλιο. Ό,τι δηλαδή ομορφαίνει τη ζωή.
(Γιώργος Σεφέρης)

6. Η Τέχνη ΣΟΥ είναι στη βάση της Λαϊκής ψυχής και ζωής. Και μακάριος που την αντικρύζει με τη σοβαρότητα που της οφείλεται…
Μέσα της δεν κατασταλάζει μόνο η λαγαρή θυμοσοφία του λαού μας μπρος στ’ ανάποδα του κόσμου, αλλά ξεσκεπάζεται κι η πηγαία δύναμη πόχει μέσα του και με την οποία υπερνικά αυτά τα ανάποδα με ψυχισμό ασύγκριτο, ανεβαίνοντας απ’ τα σκαλιά της θείας του εξυπνάδας, ως τις κορφές του ηρωισμού κι αυτό με μια ανθρωπιά και μ’ ένα ανώτερο πολιτισμό που έχουν το ταίρι τους μονάχα στην Αληθινά μεγάλη Τέχνη και που βρίσκονται σε διαπασών μαζί της.
(Άγγελος Σικελιανός: γράμμα προς τον Σωτ. Σπαθάρη)



Ο καραγκιοζοπαίχτης Μόλλας

Αυτή η δύναμη, να ανθρωπίζει τ’ άψυχα, να δίνει φωνές στους ίσκιους και – με τούτα τα λιτά μέσα – να μπορεί να προκαλεί στην ανθρώπινη ψυχή «τον οίκτον και τον έλεον», αυτό πια δεν είναι τέχνη. Είναι ένα σεπτό απόρρητο, που μεταφέρεται μέσα απ’ τους αόρατους δρόμους του πάθους, από μύστη σε μύστη, ώσπου φτάνει στον Μίμαρο και περνάει στο Μόλλα κι από το Μόλλα πάει στο Χαρίδημο κι απ’ το Χαρίδημο στο Σπαθάρη, ώσπου παίρνει σβάρνα τα χωριά και φτάνει στο Μέγα Γιαραμούκη.
Μενέλαου Λουντέμη
«Καραγκιόζης ο Έλληνας»